• Αρχική / Home
  • Βίος και πολιτεία / CV
  • Περί του ιστοτόπου / About the site
  • Κείμενα / Texts
    • Κείμενα Α. Μιχοπούλου>
      • Γυναικεία θέματα>
        • Γυναίκες Μάνης
        • Ελληνικά σε μετανάστριες
        • Φύλο και γλώσσα
      • Ραφήνα - Τρίγλια>
        • Ραφήνα και Τρίγλια
        • Ληστές και Σαρακατσάνοι Ραφήνας
        • Λιγνιτωρυχεία Ραφήνας
      • Διάφορα
    • Κείμενα άλλων
  • Βλογ / Blog
  • Επιπλέον / More
    • Αρχεία>
      • Αρχείο Ημερολογίου
      • Αρχείο Γλωσσολογίου
      • Αρχείο Γυναικολογίου
    • Προτεινόμενα ιστολόγια
    • Επικοινωνία / Contact


                                                       Τ.Ε.Ι. Πατρών
                                                    Ακαδημαϊκό έτος 2003-2004

                                                         ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ.
          Προπτυχιακά προγράμματα σπουδών για θέματα φύλου και ισότητας
                                            Τρίτη 4 Μαΐου 2004, Μικρό Αμφιθέατρο
                      «Γυναίκες και φύλα. Εμπειρίες από μεταπτυχιακές σπουδές

                              στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου και στη Βρετανία
             [αρχικός υπότιτλος: Ανθρωπολογικές και ιστορικές προσεγγίσεις Πανεπιστημίου Αιγαίου]»
___________________________________________________________________


                                         Άννα-Ευφροσύνη Μιχοπούλου
                                        Μ.Α. στις Γυναικείες Σπουδές (Γυορκ, Βρετανία)
                                      Πτυχ. Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

                          «Μεταπτυχιακές Γυναικείες Σπουδές στη Βρετανία

                                      στις αρχές της δεκαετίας του 1990»


Στη δεκαετία του 1980 υπήρξα αυτό που λένε ακτιβίστρια, αφοσιωμένη δηλαδή στη δράση (action), στις κινητοποιήσεις για το λεγόμενο γυναικείο ζήτημα. Η θεωρία δεν με ενδιέφερε και τόσο –αυτά που μου έλεγε η λογική μου για τις αδικίες σε βάρος των γυναικών, για τα προβλήματα των προτύπων με τα οποία μεγαλώναμε και για την ορθότητα της αμφισβήτησής μας μου αρκούσαν. Ωστόσο, είχα διαβάσει ορισμένα βιβλία -παρόλο που η σχετική βιβλιογραφία ήταν (και εν πολλοίς παραμένει) περιορισμένη-, είχα πάρει μια γεύση της αξιόλογης φεμινιστικής ανάλυσης που αναπτυσσόταν στο εξωτερικό, μέσα από τις σελίδες του περιοδικού Σκούπα, που τότε κυκλοφόρησε, ενώ συμμετείχα και σε συζητήσεις γυναικείων ομάδων που διερευνούσαν τα αίτια, τις εκφάνσεις, αλλά και τις δυνατότητες αντίπραξης στις μορφές καταπίεσης και εκμετάλλευσης που αναπτύσσονται εις βάρος των γυναικών. 

Αργότερα έμελλε να καταλάβω ότι κινιόμουν στο πλαίσιο του λεγόμενου ριζοσπαστικού φεμινισμού, το νεότερο ρεύμα του φεμινισμού, που δεν εστιάζει στη χειραφέτηση και στην αλλαγή των νόμων -όπως κάνουν ο φιλελεύθερος,αλλά και ο σοσιαλιστικός φεμινισμός-, όσο στην απελευθέρωση από τα στερεότυπα και τους ρόλους που μορφοποιούν για αρσενικούς και θηλυκούς ανθρώπους το κοινωνικό φύλο (gender). Μέσα σε αυτό το πνεύμα επιδιωκόταν η συνειδητοποίηση από τις γυναίκες της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής λειτουργίας του φύλου σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση αυτή έπαιζε η συμμετοχή των γυναικών σε ομάδες (σε σχολές, χώρους εργασίας, συνοικίες κλπ.) που αναδείκνυαν τη σημασία της προσωπικής εμπειρίας των μελών τους, ενώ προωθούσαν και εναλλακτικές μορφές πολιτικής δράσης, επιδιώκοντας τη συμμετοχή όλων σε όλα, την πολυφωνία, και γενικότερα αντιεξουσιαστικές και αντιιεραρχικές πρακτικές. Είχα την τύχη να συμμετάσχω σε μια τέτοια ομάδα που σχηματίσαμε επτά φοιτήτριες της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.

Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, του ’90, και ενώ πλησιάζα τα 30, αποφάσισα να διερευνήσω τον χώρο των Γυναικείων Σπουδών (παρενθετικά να σας αναφέρω ότι εναλλακτικά προς τον όρο αυτό έχει χρησιμοποιηθεί εκείνος των Φεμινιστικών Σπουδών, παραλλαγή -ή παρέκλιση προς αυτές- αποτελούν οι Σπουδές Κοινωνικού Φύλου, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θεσπίστηκαν και Ανδρικές Σπουδές).


Ως προς τη συμβολή των Γυναικείων Σπουδών στην επιστημολογία μια πρώτη ιδέα είχα πάρει από το βιβλίο της Ελέιν Μόργκαν Η καταγωγή της γυναίκας (The Descent of Woman, 1972) που είχαν κυκλοφορήσει οι εκδόσεις Ράππα το 1975 (σε μετάφραση Αλέξανδρου Κοτζιά) και που εξηγούσε πολύ παραστατικά (και με πολύ χιούμορ) πώς στη μελέτη της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους η τοποθέτηση στο επίκεντρο της ανθρωποειδούς πιθηκίνας -αντί του ανθρωποειδούς πιθήκου- μας αποκάλυψε ένα ολόκληρο στάδιο, το υδρόβιο, και έδωσε ερμηνεία σε μια σειρά από φαινόμενα στη βιολογία του ανθρώπου (έλλειψη γούνας στο σώμα, έλλειψη οίστρου, θέση των γυναικείων γεννητικών οργάνων βαθιά στον κόλπο -όπως συμβαίνει και στις φώκιες-, μακριά μαλλιά και ευμεγέθη γυναικεία στήθη για τη διευκόλυνση της συγκράτησης και της διατροφής των βρεφών μέσα στο νερό κλπ.) τα οποία, βεβαίως, είχαν διαλάθει της προσοχής των -ανδρών και ανδροκεντρικών- ερευνητών μέχρι τότε. Ύστερα, σε ένα συνέδριο Γυναικείων Σπουδών στις Βρυξέλλες συνάντησα μια μαθηματικό που διερευνούσε την πιθανή επιρροή του φύλου στην επιστήμη της, και μου γεννήθηκε το ερώτημα αν το φύλο επηρεάζει την πρόσληψη, αλλά και την ενδεχόμενη συνεισφορά κατά φύλο, ακόμα και στην απόλυτα θεωρητική γνώση.

Η σκέψη μου κατόπιν προχώρησε στο ερώτημα αν οι σωματικές μας εμπειρίες -και στον βαθμό που αυτές πιθανόν διαφέρουν κατά φύλο- επηρεάζουν την αντίληψή μας για τα πράγματα. Επανερχόμενη στις ανθρωπιστικές επιστήμες, αναρρωτήθηκα αν είναι πιθανή κάποια σχέση μεταξύ φύλου και φιλοσοφικής σκέψης και διαπίστωσα ότι ήδη η αγγλόφωνη βιβλιογραφία περιλάμβανε σχετικά συγγράμματα, ιδίως στον χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας. Αργότερα θα ανακάλυπτα τέτοιες ενδιαφέρουσες διερευνήσεις και σε χώρους όπως η θεολογία. Αντιλήφθηκα, λοιπόν, ότι οι Γυναικείες Σπουδές αναδεικνύουν τις γυναίκες όχι μόνο ως θέμα (αντικείμενο) μελέτης, αλλά και ως πιθανό ξεχωριστό ενεργούμενο (υποκείμενο) της ερευνητικής σκέψης.

Επειδή η εξοικείωσή μου ήταν μεγαλύτερη με την αγγλική γλώσσα -και δευτερευόντως με τη γαλλική- διερεύνησα τις δυνατότητες φοίτησης σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στη Βρετανία αλλά και στην Ολλανδία –στη δεύτερη, ομολογώ, επειδή εκεί θα μπορούσα να πάρω μαζί μου τον γάτο μου, τον Όσκαρ, κάτι που στη Βρετανία εμπόδιζε η εφαρμογή καραντίνας για τα ζώα από τον υπόλοιπο κόσμο... Στην Ολλανδία προσφερόταν μόνο πολύχρονο πρόγραμμα διδακτορικού και όχι  μονοετούς μάστερ, για το οποίο εγώ ήμουν κατ’ αρχάς προετοιμασμένη. Εκ των υστέρων διαπίστωσα επίσης ότι στην Ολλανδία οι Γυναικείες Σπουδές διαλέγονταν περισσότερο με την ψυχανάλυση και την κειμενική ανάλυση, στο πνεύμα του αποδομισμού, με έντονες επιρροές από τις αντίστοιχες αναζητήσεις στη Γαλλία, ενώ στη Βρετανία η παράδοση του σοσιαλιστικού φεμινισμού έδινε προσανατολισμό περισσότερο «πρακτικού» και πολιτικού χαρακτήρα, κάτι που θεωρώ ότι ταίριαζε περισσότερο σε κάποιαν σαν εμένα, που είχε -και έχει- να κάνει με την ελληνική πραγματικότητα και τον τρόπο που έχουν (ή δεν έχουν) τεθεί εδώ τα ζητήματα. Γιατί, σημειωτέον, εγώ πήγα στη Βρετανία ως Ελληνίδα, με την έννοια ότι ενδιαφερόμουν να διερευνήσω πού όλα αυτά τα θέματα αφορούν τις γυναίκες στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας –κι εδώ να επισημάνω επίσης ότι, κατά τη γνώμη μου, το να κάνει κανείς μεταπτυχιακές σπουδές σε μεγαλύτερη ηλικία προσθέτει το πλεονέκτημα μεγαλύτερης συνειδητοποίησης και ωριμότητας.     

Οι Γυναικείες Σπουδές σε μεταπτυχιακό επίπεδο συμπλήρωναν ήδη δεκαετία στη Βρετανία. Προγράμματα Γυναικείων Σπουδών προσέφεραν συνολικά 11 πανεπιστήμια και πολυτεχνεία (αντίστοιχα με τα ελληνικά Τ.Ε.Ι.), ενώ προγράμματα μάστερ με θεματική γύρω από το κοινωνικό φύλο και τις γυναίκες προσέφεραν άλλα 6 πανεπιστήμια και πολυτεχνεία. Τα δυο παλαιότερα μεταπτυχιακά προγράμματα Γυναικείων Σπουδών ήταν του Γυορκ (York) και του Καντέρμπουρι (Canterbury), ενώ πολύ δυναμικά εισερχόταν στο προσκήνιο, όπως διαπίστωσα, το νεότερο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ (Warwick).

Επέλεξα το πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Γυορκ και για την παράδοση που είχε ήδη δημιουργήσει και για το γεγονός ότι είχε ενταγμένο στην οπτική του τον χώρο της Μέσης Ανατολής, με τον οποίο εμείς γειτονεύουμε. Διατρέχοντας το πρόγραμμα σπουδών διαπιστώνουμε ότι βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματός του ήταν:
- η διεπιστημονικότητα, δηλαδή η διερεύνηση των ερωτημάτων με τη συμβολή και τη συνάντηση διαφόρων επιστημών  (προσέγγιση στην οποία οι Γυναικείες Σπουδές υπήρξαν πρωτοπόρες),
- η διερεύνηση της διαπλοκής των παραμέτρων φύλο, φυλή και τάξη (με την εξέταση εκφάνσεων της δυτικής-κεφαλαιοκρατικής οικονομίας, καθώς και της ανάπτυξης όπως πραγματοποιείται στον Τρίτο Κόσμο, και με την προώθηση της αντίληψης της πολυπολιτισμικότητας –η τελευταία, κατά τη γνώμη μου, παρουσίαζε διεθνώς ελλείμματα),
- η μελέτη, από την πλευρά των γυναικών και του φύλου, της σεξουαλικότητας, της μητρότητας, της οικογένειας και των κοινωνικών θεσμών, και η διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα πεδία αυτά δομούν τη διάκριση μεταξύ  δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας,
- η άντληση μεθόδων και η ανάλυση στοιχείων από τους χώρους της ψυχανάλυσης, της γλώσσας, της γραφής και της λογοτεχνίας για τη διερεύνηση της κατά φύλα εσωτερικής και εξωτερικής διαμόρφωσης της προσωπικότητας,
- η διερεύνηση, τέλος, των πιθανών πρακτικών εφαρμογών των υποθέσεων, των αναλύσεων και των ευρημάτων των Γυναικείων Σπουδών.

Η εμπειρία του σπουδών αυτών υπήρξε πολύτιμη για μένα. Ενίσχυσε τα αισθήματα αλληλεγγύης προς το φύλο μου, μου γνώρισε ανθρώπους και έργα άλλων πολιτισμών, εμπλούτισε τη σκέψη μου γύρω από τα ανθρώπινα (η μελέτη των διαφυλικών σχέσεων αποκαλύπτει, μεταξύ άλλων, μηχανισμούς καταπίεσης και εκμετάλλευσης και κατά φυλή, τάξη κλπ.) και διεύρυνε τους προβληματισμούς αλλά και τους οραματισμούς μου για το μέλλον.

Θα ήθελα να κλείσω με μια επισήμανση:

Όσες και όσοι κάνουμε σπουδές στο εξωτερικό οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι για να μελετήσουμε την ελληνική πραγματικότητα μπορούμε να επωφεληθούμε από τις μελέτες και τις αναλύσεις που έχουν γίνει στο εξωτερικό, όμως οφείλουμε να μην τις εφαρμόζουμε ανεπεξέργαστα, σαν να προσπαθούμε να φορέσουμε ξένο παπούτσι, αλλά αφού αναπτύξουμε και δικά μας μεθοδολογικά εργαλεία, κατάλληλα για εμάς. Από την άλλη πλευρά, η ελληνική εμπειρία μπορεί με τη σειρά της να συνεισφέρει και να διευρύνει τη γνώση στο πλαίσιο των ανθρωπιστικών σπουδών, μια και τη χαρακτηρίζει:
- ποικιλία κοινωνικών δομών και φαινομένων, η οποία και προσφέρει τη δυνατότητα συγκριτικών μελετών (πόσο διαφορετικές εικόνες δεν μας προσφέρουν οι τοπικές κοινωνίες των ορεινών μας περιοχών από εκείνες των νησιών μας, του Βορρά μας και του Νότου, της Ανατολής μας και της Δύσης, αλλά και των ανά τον κόσμο μεταναστευτικών πυρήνων και κοινοτήτων μας),
- αυθεντική και βιωματική επαφή τόσο με τη Δύση όσο και με την Ανατολή, 
- εμπειρία συγκρούσεων τόσο με τη χριστιανική Δύση όσο και με τη μουσουλμανική Ανατολή,
- απουσία πρόσφατου ιμπεριαλιστικού παρελθόντος και των επακόλουθων ενοχών, που συχνά σκιάζουν την οπτική των αναλυτών στις χώρες της Δύσης,
- ιδιαιτερότητες στην κοσμοαντίληψή μας, ακόμα και στη θεολογία μας,
- εμπειρία του περιθωρίου, τόσο ως προς το οικονομικο-πολιτικό όσο και ως προς το θεωρητικό-ακαδημαϊκό παγκόσμιο γίγνεσθαι, καθώς και των προσπαθειών να εξέλθουμε από αυτό.

Η παραπάνω διαπίστωση συνετέλεσε στο να μη νιώθω μειονεκτικά στον χώρο των σπουδών μου -παρά τις δεδομένες, ως και εκ της προελεύσεώς μου, σημαντικές υστερήσεις μου στον σχετικό θεωρητικό και  επιστημονικό λόγο-, αλλά σε ισότιμη ή/και, μερικές φορές, σε πλεονεκτική θέση, τουλάχιστον ως προς τις δυνατότητες σε βάθος κατανόησης εκ μέρους μου των φαινομένων που μελετούσαμε. Πλεονεκτικά αισθανόμουν συχνά και λόγω της αυτόματης, θα έλεγα, κατανόησης των ελληνογενών όρων που χρησιμοποιούσαμε, ενώ, αντίθετα, μειονέκτημα αποτελούσε για μένα η απουσία μετάφρασης ορισμένων νεότερων όρων στη γλώσσα μας -κάτι που με βοήθησε να μη διολισθήσω ούτε σε κάποιο πλέγμα ανωτερότητας, που αρκετές φορές μας χαρακτηρίζει τους Έλληνες όταν αντιπαραβαλλόμαστε με «τους άλλους», και μάλιστα στο εξωτερικό...

Όταν αποφάσισα να κάνω το μεταπτυχιακό αυτό στις Γυναικείες Σπουδές όλοι με ρωτούσαν σε τι θα το χρησιμοποιούσα, και εγώ, εκτός από το ότι θα το ευχαριστιόμουν, δεν είχα τι να απαντήσω. Δέκα χρόνια αργότερα, μάλλον απροσδόκητα, και μετά από πολύχρονη... αντίσταση του ακαδημαϊκού χώρου, μαθήματα Γυναικείων Σπουδών και Σπουδών Κοινωνικού Φύλου εντάχθηκαν σε προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών των ελληνικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, και κλήθηκα κι εγώ να συμβάλω. Ομολογώ ότι δίστασα, γιατί αναρωτήθηκα πώς θα ήταν δυνατόν να μεταδώσω από καθέδρας τους προβληματισμούς και την εμπειρία που απέκτησα σε μεγάλο ποσοστό μέσα από διαδικασίες αναζήτησης και συμμετοχής, έξω από θεσμούς και ελεγκτικούς μηχανισμούς. Τους ενδοιασμούς μου με βοήθησαν να τους ξεπεράσω η γνωριμία και η εξαιρετική συνεργασία με τις εκπροσώπους του διδακτικού και του διοικητικού δυναμικού που συμμετείχαν στο πρόγραμμα αυτό στο Τ.Ε.Ι. των Πατρών, καθώς και η γνωριμία μου και η επαφή μου με τις σπουδάστριες και τους σπουδαστές που προσήλθαν στις συναντήσεις των μαθημάτων μας.

Ελπίζω ότι στο μέλλον, μαζί με τους υπόλοιπους κλάδους της επιστήμης, θα αναπτυχθούν και στη χώρα μας παραγωγικά οι Γυναικείες Σπουδές.

Powered by Create your own unique website with customizable templates.